Ο Γιώργος Τσέλιος μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, έχοντας καταγωγή από τη Θεσσαλία. Τελειώνοντας την δευτεροβάθμια εκπαίδευση πέρασε στο τμήμα κινηματογράφου της σχολής καλών τεχνών του ΑΠΘ, η αγάπη του όμως για τη φύση και τη γη φαίνεται πως ήταν ισχυρότερη.
Ο Γιώργος, έχει πλέον τη δική του οικοτεχνία με την επωνυμία «Φράουλα Βερτίσκου». Παράγει βιολογικές, ορεινές και «χωραφίσιες» όπως λέει και ο ίδιος φράουλες, τις οποίες είτε διοχετεύει στην αγορά είτε τις μεταποιεί σε προϊόντα όπως μαρμελάδα ή ακόμη και πίκλα φράουλας.
«Η ενασχόληση μου με τις καλλιέργειες είχε σαν αφετηρία την αγάπη μου για τη φύση η οποία μεγάλωσε μέσα μου τα καλοκαίρια που επισκεπτόμουν το χωριό μου, που πήγαινα βόλτες με τον παππού ή την μητέρα μου στα καλντερίμια του νοτίου Πηλίου, απ΄ όπου και κατάγεται», αναφέρει ο Γιώργος.
«Έχω μια πολύ δυνατή ανάμνηση από πολύ μικρός, οπού περνούσαμε οικογενειακώς με το αυτοκίνητο από ένα μέρος του Πηλίου που πρόσφατα είχε καεί και θυμάμαι να μου κάνει τρομερή εντύπωση η θλίψη, συγκεκριμένα του παππού μου, που είχε μεγαλώσει μέσα σε αυτά τα δάση. Αυτό το περιστατικό με έκανε να αντιληφθώ πολύ νωρίς τη σημαντικότητα της φύσης για τις ζωές και τις κοινωνίες των ανθρώπων», προσθέτει.
Μεγαλύτερος πια, κατοικώντας στην Θεσσαλονίκη ο Γιώργος άρχισε να επισκέπτεται τακτικά το ορεινό χωριό Βερτίσκος και έχοντας φίλους στην περιοχή, ανέπτυξε έναν δυνατό δεσμό με αυτό το μέρος.
Στα τέλη του 2015 αποφάσισε να ασχοληθεί με τις καλλιέργειες, κινούμενος πρωτίστως από την επιθυμία του να ζει και να εργάζεται κοντά στη φύση. «Μέσα στα χρόνια έκανα πολλές δοκιμές με διάφορες καλλιέργειες και εν τέλει, εστίασα στη φράουλα λόγω της ποιότητας του παραγόμενου καρπού από την ποικιλία που καλλιεργώ, στο συγκεκριμένο ορεινό μικροκλίμα του Βερτίσκου», αναφέρει χαρακτηριστικά. Το 2019 ήταν η πρώτη καλλιεργητική περίοδος που ασχολήθηκε με την φράουλα επαγγελματικά και από τότε, συνεχίζει να αναπτύσσει την παραγωγή και την οικοτεχνία του με σταθερά βήματα.
Περιγράφοντας μια τυπική ημέρα εργασίας του, ο Γιώργος αναφέρει «Η συγκομιδή φράουλας ξεκινά με το πρώτο φως της ημέρας καθώς είναι σημαντικό οι συγκομιζόμενοι καρποί να μην έχουν ζεσταθεί από τον ήλιο. Όταν οι φράουλες κόβονται ώριμες τότε διοχετεύονται κατευθείαν στην αγορά. Στην περίπτωση που υπάρχει πλεόνασμα παραγωγής τότε, την ίδια μέρα κιόλας, τις μεταποιώ τις φράουλες σε μαρμελάδες. Στην περίπτωση συγκομιδής άγουρης φράουλας, ξεκινώ ετοιμάζοντας το ζωμό πίκλας και στη συνέχεια προχωρώ στην παραγωγή του αντίστοιχου προϊόντος».
Τι τον ώθησε όμως να πάρει την απόφαση και να συμμετάσχει στο πρόγραμμα «Αγροανέλιξη 2020» που υλοποιείται από τον οργανισμό «Νέα Γεωργία Νέα Γενιά»;
«Στην πορεία της δουλειάς μου αντιλήφθηκα πως δεν αρκούν οι καλλιεργητικές δεξιότητες για κάποιον που θέλει να ασχοληθεί επαγγελματικά με την παραγωγή και τη μεταποίηση αλλά απαιτούνται και γνώσεις σχετικά με την οικονομική διαχείριση και τη διοίκηση της επιχείρησης. Είδα αυτό μου το κενό και στόχος μου ήταν μέσα από το πρόγραμμα αγροδιατροφικής επιτάχυνσης «Αγροανέλιξη» να μπορέσω να εξελιχθώ σε αυτόν τον τομέα», αναφέρει.
Ο Γιώργος θεωρεί πως η συμμετοχή του στο πρόγραμμα «Αγροανέλιξη» του προσέφερε πρόσβαση σε πληροφορίες που δεν είχε ως τότε ή ήταν πολύ δύσκολο να βρει διαφορετικά. «Η τριβή με επαγγελματίες εκπαιδευτές αλλά και συναδέλφους στον κλάδο, με βοήθησαν να έχω μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την αγροδιατροφική επιχειρηματικότητα και την κατάσταση στον κλάδο», λέει ο Γιώργος.
«Σίγουρα είναι μια δύσκολη εποχή για τις επιχειρήσεις», μου αναφέρει κλείνοντας ο Γιώργος. «Οι αλλαγές στις αγορές, στα κοστολόγια αλλά και στις καταναλωτικές συνήθειες είναι μεγάλες. Μεγάλες είναι όμως και οι προκλήσεις που συνοδεύουν και την κλιματική αλλαγή καθώς χρόνο με το χρόνο, σύμφωνα τουλάχιστον με τη δική μου εμπειρία, οι κλιματικές συνθήκες και τα αντίστοιχα φαινόμενα γίνονται ολοένα και δυσχερέστερα αναφορικά με την παραγωγή τροφής».
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, ο Γιώργος συνεχίζει σταθερά προχωρώντας σε καλλιεργητικές αλλά και μεταποιητικές δοκιμές, ώστε να μπορέσει να οργανώσει τα επόμενά του βήματα, έχοντας πάντα τη βιωσιμότητα, σε όλα τα επίπεδα, ως τον βασικό άξονα γύρω από τον οποίο κινείται.